«Εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου μου». Η ανθρωπότητα είθισται να καυχιέται για τα ποικίλα επιτεύγματά της, τις ανακαλύψεις, τις κατακτήσεις και ό,τι άλλο επιτυγχάνει ο «παντοδύναμος» άνθρωπος. Η πλειοψηφία του κόσμου αρέσκεται να προβάλλει τα πλούτη της, τα πτυχία, την κοινωνική της θέση, τα χαρίσματα που διαθέτει, τα ρεκόρ που καταρρίπτει κ.ά. Άραγε, όλα αυτά τα επίγεια και φθαρτά, τα πρόσκαιρα και μάταια είναι άξια καυχήσεως;
Στις καυχήσεις του κόσμου, ο Απόστολος Παύλος, στην προς Γαλάτας επιστολή, αντιπαρατάσσει την καύχηση του σταυρού του Χριστού: «Εμοὶ δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δὶ’ ου εμοὶ κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμω». Ο Απόστολος του Χριστού απεύχεται να καυχηθεί για κάτι άλλο εκτός απ’ τον σταυρό του Κυρίου μας και ταυτόχρονα εκφράζει παράκληση προς το Θεό για να τον ενισχύει, ώστε πάντοτε να καυχιέται μόνο για το σταυρό.
Τί ακριβώς είναι το καύχημα του σταυρού; Την απάντηση δίνει ο ιερός Χρυσόστομος: «Ότι ο Χριστὸς δὶ’ εμὲ μορφὴν ανέλαβε δούλου και έπαθεν άπερ έπαθε δὶ’ εμὲ τον δούλον, τον εχθρὸν, τον αγνώμονα, αλλ’ ούτω με ηγάπησεν ως και εαυτὸν εκδούναι». Δηλαδή: «Ότι ο Χριστός για μένα πήρε μορφή δούλου και έπαθε αυτά που έπαθε για μένα τον δούλο, τον εχθρό, τον αχάριστο. Όμως, με αγάπησε τόσο, ώστε παρέδωσε τον εαυτό του και σε θάνατο σταυρικό».
Το καύχημα, επομένως, του σταυρού είναι η καύχησή μας για την αγάπη του Χριστού, για την αιώνια κοινωνία αγάπης που Αυτός εγκαινίασε μεταξύ Θεού και ανθρώπων και την οποία επικύρωσε με τον σταυρικό του θάνατο. Στο πανάγιο ξύλο του σταυρού συνοψίζεται το λυτρωτικό έργο του Κυρίου μας, η ενανθρώπηση, η θυσία, η σωτηρία. Στον σταυρό στηρίζονται όλες οι ελπίδες μας και απ’ αυτόν πηγάζουν όλες οι χαρές μας.
Ο σταυρός είναι η «ωραιότης» της Εκκλησίας. Χωρίς τον σταυρό, δεν υπάρχει ούτε Εκκλησία, ούτε χριστιανισμός. Αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχει και χριστιανική ζωή χωρίς τον σταυρό. Για να ακολουθήσουμε τον Ιησού Χριστό και να μετάσχουμε στη ζωή του, απαιτείται να σηκώσουμε τον σταυρό μας και να ενστερνιστούμε την κακοπάθεια της σταυρωμένης ζωής. Το είπε ο ίδιος ο Κύριος, όταν ζητούσε να τον ακολουθήσουν όσοι θα ήθελαν, αρνούμενοι τον εαυτό τους και σηκώνοντας τον σταυρό τους (Ματθ. 16,24).
Ο Απόστολος Παύλος, προβάλλοντας την καύχηση του σταυρού, τη συνδέει με τη νέκρωση του κόσμου για τον χριστιανό και του χριστιανού για τον κόσμο. Και τα δύο μαζί συνιστούν τον αγώνα της χριστιανικής ζωής, την άρση του σταυρού και τα παθήματά του (Α’ Πέτρ. 4,13).
Για τον χριστιανό πρέπει να πεθάνει ο κόσμος. Το φρόνημα του κόσμου, η απατηλή λάμψη του, τα θέλγητρά του, με τα οποία πολλές φορές μας σαγηνεύει. Ταυτόχρονα, οφείλει και ο ίδιος να σταυρωθεί για τον κόσμο, να νεκρώσει δηλαδή τις εμπαθείς κινήσεις της ψυχής και να απαρνηθεί «τας κοσμικάς επιθυμίας» (Τιτ. 2,12), «οι του Χριστού την σάρκα εσταύρωσαν συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις» (Γαλ. 5,24).
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ Φ.Ν.Θ.