Μόνο στο Ευαγγέλιο του αποστόλου Λουκά αναφέρεται το επεισόδιο της ανάστασης του γιου της χήρας, λίγο έξω από την μικρή πόλη Ναΐν, που βρίσκεται στους πρόποδες του όρους Θαβώρ. Είναι μία νηφάλια αφήγηση (κατά Λουκάν 7, 11-16), στην οποία όλη η περιγραφή περιορίζεται μόνο στα ουσιώδη. Ο Ιησούς είναι καθ’ οδόν· Τον συνοδεύουν οι μαθητές και ένα μεγάλο πλήθος. Είναι μία πομπή φτωχών ανθρώπων που έχουν εμπιστευτεί τον Ιησού, στον Οποίο βρίσκουν ζωή, ανάπαυση και παρηγοριά. Αυτή η πομπή συναντάται με μία άλλη πομπή, μία νεκρική πομπή, μία πομπή άλλων φτωχών ανθρώπων που πονάνε· συνοδεύουν μία γυναίκα, μία γυναίκα ενός νεκρού συζύγου, μία μητέρα ενός νεκρού μοναχοπαιδιού. Αυτή η γυναίκα παραμένει ανώνυμη, εκπροσωπεί όλους τους φτωχούς, όλους εκείνους που σημαδεύονται από τα βάσανα, από το πένθος. Οι δύο πομπές, αυτή της ζωής και αυτή του θανάτου, τέμνονται. Ο Ιησούς σταματά γιατί είδε την πονεμένη χήρα, γιατί διάβασε τον πόνο της, γιατί είναι ο ελεήμων και αξιόπιστος αρχιερέας, ο Οποίος γνωρίζει πώς να συμπάσχει με τις αδυναμίες μας (πρβλ. Εβρ. 2,17&4,15). Η γυναίκα δεν ζητάει τίποτα, δεν λέει την παραμικρή κουβέντα, παρά μόνο κλαίει. Ο Ιησούς βλέπει αυτά τα δάκρυα, αισθάνεται τον πόνο αυτής της γυναίκας και συγκινείται από συμπόνια, αποκαλύπτοντας την συμπόνια του Θεού: «Ο Κύριος είναι οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και γεμάτος από έλεος […] Όπως ευσπλαγχνίζεται ο στοργικός πατήρ τα παιδιά του, έτσι και ο Κύριος ευσπλαχνίζεται πάντοτε εκείνους, που τον σέβονται» (Ψαλμοί 103,8&13).

«Μην κλαις», της αναφέρει· με δύο μόνο λέξεις γίνεται αντιληπτό εκείνο που θα συμβεί στα έσχατα: «Και δεν θα πεινάσουν πλέον και δεν θα διψάσουν πλέον και δεν θα πέσει επάνω τους καυστικός ο ήλιος, ούτε κανένα άλλο καύμα, διότι το Αρνίο, δηλαδή ο Θεάνθρωπος λυτρωτής και ποιμήν, που βρίσκεται στο μέσον του θρόνου του Θεού, θα τους ποιμαίνει με στοργή και αγάπη και θα τους οδηγήσει στις ανεξάντλητες πηγές των υδάτων, που έχουν ζωή και δίνουν ζωή· και θα εξαλείψει ο Θεός από τα μάτια τους κάθε δάκρυ και κάθε θλίψη» (Αποκάλυψη 7,16-17). Ο υιός της χήρας ανακαλείται από τους νεκρούς και επιστρέφει υγιής στην μητέρα του. Ο λαός αναγνωρίζει την επίσκεψη του Θεού και φαίνεται να επαναλαμβάνει τον ύμνο του προφήτη Ζαχαρία: «Ας είναι ευλογημένος και δοξασμένος ο αληθινός Θεός και προστάτης του Ισραήλ, διότι επισκέφθηκε τον λαό του και τον απελευθέρωσε από τους διάφορους εχθρούς του» (κατά Λουκάν 1, 68). Όμως, εμείς δεν βλέπουμε ακόμα τους νεκρούς μας να ξαναζωντανεύουν και σπάνια συμβαίνει κάποιος να ξέρει να «διαβάζει» τα δάκρυά μας και να μας βοηθά να μην κλάψουμε. Ο Χριστιανισμός δεν παρακάμπτει «την τραγωδία» του πόνου, της αρρώστιας, του θανάτου. Όμως, ο φιλάνθρωπος Θεός έχει εναποθέσει μία γλυκιά ελπίδα στις καρδιές των παιδιών του (πρβλ. Σοφία Σολόμωντος 12,19). Στην πόλη Ναΐν, η πομπή της ζωής και η πομπή του θανάτου συναντούνται γύρω από το φέρετρο ενός μονογενή υιού, ο οποίος ανακαλείται στην ζωή: Αυτή είναι μία ολοκάθαρη εικόνα της Εκκλησίας, της χριστιανικής κοινότητας, η οποία συγκεντρώνεται, εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια περίπου, γύρω από έναν μονογενή Υιό, που θανατώθηκε από την κακία των ανθρώπων και επέστρεψε στην ζωή από τον Πατέρα Του! Στο κέντρο της πίστης μας, στο κέντρο της Εκκλησίας μας, βρίσκεται ο Ιησούς Χριστός που σταυρώθηκε και αναστήθηκε από τους νεκρούς· κοιτώντας Τον, μπορούμε να αναγεννήσουμε την ελπίδα στον κόσμο μας και να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να συγκινηθεί από τον πόνο όλων των βασανισμένων που συναντάμε στην ζωή μας, στεγνώνοντας με συμπόνια τα δάκρυα όλων όσων υποφέρουν.

ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ Φ. Ν. Θ., αρχιμανδρίτης, Ευάγγελος Υφαντίδης

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ