Καιρό είχαμε να κινηθούμε στην πόλη της Καβάλας, σε ώρες που όλος ο κόσμος ησυχάζει, σε ώρες δηλαδή, κατά τις οποίες έχουν κλείσει τα περισσότερα μπαράκια και οι περισσότεροι θαμώνες τους βρίσκονται ήδη στα κρεβάτια τους. Από τις 4 μέχρι τις 6 τα ξημερώματα, πιστεύαμε ότι κινούνται στην πόλη ελάχιστοι. Τελικά διαπιστώσαμε, ότι υπάρχει ένας μικρός αριθμός συμπολιτών μας, που εργάζεται τέτοιες … βάρβαρες ώρες. Παλιότερα κι εμείς, τέτοιες ώρες δουλεύαμε, αλλά όχι τώρα πια, αφού η τεχνολογία μας δίνει τέτοια δυνατότητα.

Σε κάποιο, ιδιαίτερα στενό και μακρύ δρόμο της Καβάλας, στο κέντρο απόκεντρο, γύρω στις 5 το πρωί, βρεθήκαμε πίσω από ένα φορτηγό με άλευρα, και παρακολουθήσαμε με  μεγάλο ενδιαφέρον την δεξιότητα του οδηγού. Σε πολλά σημεία, χρειαζόταν να περάσει σε απόσταση και δέκα εκατοστών από «άτσαλα» σταθμευμένα αυτοκίνητα και στις ευθείες και στις στροφές. Σε κάποιο σημείο πέρασε δίπλα από μια απλώστρα ρούχων στον πρώτο όροφο, ενώ κινδύνεψε να «βρει» σε πολλά μπαλκόνια στην διαδρομή του ενός σχεδόν χιλιομέτρου.

Σε κάποια διασταύρωση, είχε την ευγένεια, να κάνει χώρο να περάσουμε για να μην μας καθυστερεί. Λίγο πιο κάτω, έφτασε στον φούρνο, που ο φούρναρης (ο οποίος επίσης ξενυχτούσε), είχε κρατημένο το χώρο για να σταθμεύσει και να ξεφορτώσει τα σακιά με το αλεύρι. Σε κάποιο μπουγατσατζίδικο, είδαμε τον (υπάλληλο ή ιδιοκτήτη), να κάθεται σχεδόν ξαπλωμένος μπροστά στο κατάστημα, περιμένοντας κάποιον ξεχασμένο πελάτη, ή κάποιον που ξεκινούσε νωρίς για τη δουλειά του. Είδαμε, φορτηγάκι, ίσως από τα τελευταία, να περιμένει στο φανάρι να στρίψει στην ιχθυόσκαλα (όπου επίσης ξενυχτούσαν πολλοί άνθρωποι), για να πάει να πάρει τα ψάρια που έπρεπε να πουλήσει τις επόμενες ώρες στο κατάστημά του.

Νωρίτερα, είδαμε και δυο νεαρούς, που προφανώς είχαν ξεχαστεί σε κάποιο μπαράκι στην περιοχή του Φαλήρου, και ο ένας τρέκλιζε και έβγαζε κραυγές ευτυχίας. Είδαμε πολλούς ακόμη, ταξιτζήδες, βιομηχανικούς εργάτες, κλπ. Τέλος είδαμε και μια υπάλληλο σούπερ μάρκετ, που προφανώς δεν θα είχε ύπνο, να φτάνει στις 6,15’ ενώ κανονικά πιάνει δουλειά κατά τις 7,30’ και περίμενε στο παγκάκι να έρθει ο προϊστάμενος να ανοίξει το μάρκετ. Είδαμε, λοιπόν, ότι υπάρχει τις νύχτες, ή καλύτερα τα ξημερώματα, ένας άλλος, λιγοστός κόσμος, που κυριολεκτικά έχει κάνει τη νύχτα, μέρα!!!

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ