Κατά την Κυριακάτικη λειτουργική μας οδοιπορία στα μονοπάτια της θείας χάριτος στο δισάκι της καρδιάς μας φορτώνουμε αρετές και ευλογίες. Υπάρχει όμως, μία αρετή που είναι αναγκαία, που χωρίς αυτή, δεν μπορούμε να προχωρήσουμε στους πνευματικούς σταθμούς. Και τούτη είναι, η μεγάλη αρετή της αγάπης.

Η αγάπη είναι η χρυσή κορυφή των αρετών, η καλή και ομορφοστόλιστη βασίλισσα των αρετών. Είναι μία στερεή στάση των αγγέλων, που τους δυναμώνει να μην ξεπέφτουν, ξεκούραση παντοτινή των αγαπημένων του θεού. Σύμφωνα με τους Πατέρες, υπάρχουν τρεις διαστάσεις της αγάπης: Η αγάπη για τον εαυτό μας. Η αγάπη για τον άλλον. Η αγάπη για τον Θεό.

Ο εαυτός μας είναι ο στενότερος πλησίον μας. Η αγάπη για τον εαυτό μας είναι μαχαίρι δίκοπο. Είναι μία τρικυμισμένη θάλασσα όπου βυθίζονται τα περισσότερα καράβια που ταξιδεύουν στα πελάγη της ζωής. Η φιλαυτία και η εγωπάθεια μας οδηγούν στον πνευματικό βυθό και τούτο γιατί δεν αγαπούμε τον καλό, αλλά τον κακό εαυτό μας. Δεν αγαπούμε τον βαθύτερο εσωτερικό, πνευματικό, αλλά τον εξωτερικό, τον υλικό, τον γήινο, τον υποδουλωμένο στα πάθη και τις αισθήσεις.

Η αγάπη για τον εαυτό μας σημαίνει ενδιαφέρον για την σωτηρία του εαυτού μας, για την πνευματική προκοπή του, για την απαλλαγή από την αμαρτία, για τον πτερυγισμό προς τα άνω, για τον πλουτισμό των αρετών, για την ομορφιά της ψυχής, για την ειρήνη της καρδιάς. Η αποτυχία σ’ αυτήν την πρώτη αγάπη συμπαρασύρει και τις άλλες δύο, δεν μπορείς να αγαπήσεις αληθινά ούτε τον άλλον, ούτε και τον Θεό, αν αγαπάς αμαρτωλά τον εαυτό σου. Και τούτο γιατί, η αγάπη για τους άλλους και τον Θεό, είναι μία θερμή κίνηση της ψυχής εκείνης που είναι έτοιμη να θυσιαστεί για την αγάπη. Πως, όμως, να θυσιαστεί μία ψυχή που ο θησαυρός της είναι φυλακισμένος στα θησαυροφυλάκια του εγωισμού;

Ο άλλος είναι μία απρόσωπη έννοια. Στο ευαγγέλιο της Κρίσεως, ο Κύριος χρησιμοποιεί την λέξη «αδελφός», για να μας υπενθυμίσει ότι αδελφός δεν είναι ο απρόσωπος κόσμος, αλλά το πρόσωπο του καθενός συνανθρώπου μας, φτωχού, ενδεούς, πεινασμένου, διωκόμενου, φυλακισμένου και ότι κριτήριο του Θεού κατά την ημέρα της κρίσεως, θα είναι αυτή η αγάπη προς τον αδελφός μας.

Το μονοπάτι της αγάπης ξεκινά από την καρδιά μας, απ’ όπου πηγάζει. Και θέλει να φθάσει στον Θεό, αφού πρώτα, όμως, περάσει από τον πλησίον. Αν δεν περάσει έμπρακτα από τον πλησίον, έχει χάσει τον δρόμο της. Αλλά και από την άλλη, όσο ανδρώνεται στην καρδιά του ανθρώπου η αγάπη για τον θεό, τόσο αυξάνει και η αγάπη του για τον πλησίον.

Υπάρχει μία πολύ παραστατική προσομοίωση της αγάπης: Στο κέντρο, λοιπόν, ενός νοητού κύκλου, είναι η αγάπη που είναι ο Θεός. Στην περιφέρεια του κύκλου, είμαστε εμείς οι άνθρωποι. Οι κουκίδες αυτές των δισεκατομμυρίων ψυχών όλων των αιώνων των πριν, των νυν και των μελλόντων και όλοι βρισκόμαστε σε μία διαρκή κίνηση, κάποιοι προς το κέντρο του κύκλου και άλλοι προς την περιφέρεια του κύκλου. Όταν, λοιπόν, κινούμαστε προς το κέντρο του κύκλου, τότε ταυτόχρονα μειώνεται και η απόσταση που μας χωρίζει από τον διπλανό μας -τον αδελφό μας, αφού η περιφέρεια του κύκλου όσο εσώτερα προχωρούμε τόσο μειώνεται, ώσπου πλησιάζοντας το κέντρο, να βιώνουμε αυτό το ανεπανάληπτο διαρκές εμείς. Αν, από την άλλη, η κίνησή μας είναι προς την περιφέρεια, όσο απομακρυνόμαστε από το κέντρο της αγάπης, τον θεό, τόσο αυξάνει και η απόστασή μας από τον πλησίον -τον αδελφό μας. Μέσα στον λειτουργικό χώρο και χρόνο της Εκκλησίας, βιώνουμε αυτή την κεντρομόλο πορεία προς το εσώτερο πυρ, πυρπολούμενοι ταυτόχρονα από την άκρατη αγάπη προς τον αδελφό μας και την σωτήρια αγάπη για τον εαυτό μας, οδηγούμενοι όλοι μαζί στην κοινωνία του Αγίου Πνεύματος και στην μακαριότητα της αιώνιας μετοχής μας στην πηγή της αγάπης που είναι ο ίδιος ο Κύριος.

ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ Φ.Ν.Θ., αρχιμανδρίτης, Παύλος Κίτσος

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ