Τα πάθη είναι όλες εκείνες οι σκοτεινές επιθυμίες που γεννιούνται στη ψυχή του ανθρώπου με τη σύγχυση των ανακατεμένων σκέψεων και αισθημάτων. Όλα αυτά τα πάθη, όπως την πορνεία, την ηθική ακαθαρσία, την κακή επιθυμία, την πλεονεξία μας, καλεί ο Απόστολος Παύλος στην προς Κολοσσαείς επιστολή του να τα απονεκρώσουμε, γιατί είναι αυτά που μας συνδέουν με το αμαρτωλό παρελθόν μας.
Τα πάθη, κατά τους Αγίους Πατέρες, προέρχονται από τρεις πηγές. Πρώτα απ΄ όλα, τα προκαλεί ο εξωτερικός κόσμος με τις ανθρώπινες σχέσεις μας. Μία δεύτερη πηγή παθών, είναι η ίδια η διεφθαρμένη φύση μας, αυτός ο «παλαιός άνθρωπος» που δημιουργεί μέσα μας τη δίψα της σάρκας, την οργή, τον θυμό, την κακία, τη βλασφημία, την αισχρολογία, το ψεύδος. Ο τρίτος πρόξενος παθών, είναι ο εχθρός της ψυχής μας, ο μισόκαλος διάβολος, αυτός που διαβάλει και διαστρέφει τη σχέση μας τη ζωογόνα με τον Θεό και πειρασμικά λειτουργεί στη ζωή μας.
Η αμαρτία γεννιέται από τη δική μας κακή επιθυμία. Η επιθυμία μας γεννιέται και εξελίσσεται πρώτα ως σκέψη. Μπορούμε, άραγε, εμείς να κλείσουμε τη θύρα της συνείδησης μας στις κακές σκέψεις, ώστε να μη μπορούν να αναπτυχθούν σε πάθη που αρχίζουν να μας εξέλκουν και να μας δελεάζουν; Είναι τόσο αδύνατο στον άνθρωπο να εμποδίσει τις σκέψεις, είπε ένας γέροντας στον υποτακτικό του, όσο και το να προσπαθεί να σταματήσει τον άνεμο απλώνοντας το πανωφόρι του. Παρ’ όλα αυτά, όμως, οι σκέψεις που γεννιούνται μέσα στην καρδιά μας πρέπει να θανατώνονται αυτοστιγμεί, γιατί κινδυνεύει να θανατωθεί η καρδιά μας. Πρέπει να τις συνθλίψουμε μόλις γεννιούνται. Πρέπει να συντριβούν πάνω στην πέτρα της πίστεως μας και η πέτρα αυτή είναι ο Χριστός.
Μέσα από την πατερική και ασκητική γραμματεία γνωρίζουμε αυτά που συμβαίνουν στον εσώτατο εαυτό μας, πως αρχίζει το κακό και πως εξελίσσεται στο νου και στην καρδιά μας. Παράλληλα, αισθανόμαστε και την ανθρώπινη αδυναμία μας. Ξέρουμε ότι τα πάθη καραδοκούν, επιδιώκοντας να γκρεμίσουν τα τείχη της καρδιάς μας. Και μοιάζουμε με κάποιον που τον έχουν περιτριγυρίσει οι λύκοι. Όπως εκείνος, λέει το γεροντικό, σκαρφαλώνει στο δένδρο που είναι πίσω του και σώζεται. Έτσι κι μείς πρέπει να σκαρφαλώσουμε στο δένδρο που μας σώζει, που είναι η προσευχή.
Η προσευχή ως ικεσία είναι μία ιδιαίτερη επαφή που μεταφέρει στο θρόνο του παντοδύναμου Θεού την κραυγή του ανθρώπου για βοήθεια. Τούτη η συλλογική και προσωπική κραυγή πηγάζει από το αίσθημα της αδυναμίας μας. Γνωρίζουμε ότι, χωρίς τη βοήθεια Εκείνου, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε. Ταυτόχρονα, όμως, έχουμε την πεποίθηση πως ο Χριστός θα καθαρίσει τις καρδιές μας από τις επιβουλές του αντικειμένου αν εμείς του το ζητήσουμε. Η βοήθεια του Θεού και οι δικές μας προσευχές προς Αυτόν, είναι αυτά που θα μας σώσουν από τη φθορά, την εν τω κόσμω τούτω, εκ των παθών.
Με την προσευχή οικοδομείται η αίσθηση της παρουσίας του Θεού στη ζωή μας. Είναι σαν την πρωινή δροσιά που σηκώνεται από την ποτισμένη γη, από μία καρδιά, δηλαδή, που μαλακώνει μέσα στην προσευχή από τα δάκρυα μετανοίας. Τότε, στην καρδιά μας έρχεται και φωλιάζει ο Χριστός και γινόμαστε κι μείς ανακαινισμένοι άνθρωποι, ενδεδυμένοι τον Χριστό.
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ Φ.Ν.Θ.