Την 1η Σεπτεμβρίου όρισε η Εκκλησία, από πολύ νωρίς, ως την πρώτη ημέρα του Εκκλησιαστικού έτους και της έδωσε χριστιανικό περιεχόμενο. Η γη, αυτή την εποχή, σταματά να γεννά καρπούς (φθίνουν οι οπώρες-αρχή του φθινοπώρου) και προετοιμάζεται για ένα νέο κύκλο βλάστησης. Η αρχή του χρόνου και η αναζωογόνηση και αναγέννηση της φύσης, δίνει την αφορμή να θυμηθούμε τον Χριστό, τον προαιώνιο Λόγο του Πατρός, τον πέρα από τον χρόνο υπάρχοντα και μέσα στην ιστορία δρώντα, που με τον ερχομό Του στον κόσμο αναγέννησε τον άνθρωπο από τη φθορά και τον θάνατο. Έτσι, από την 1η Σεπτεμβρίου έως την 31η Αυγούστου ρυθμίζονται καταλλήλως όλες οι Θεομητορικές και Δεσποτικές εορτές με βάση τις πληροφορίες του ιερού Ευαγγελίου, ώστε σε ένα έτος να περνούν εμπρός μας όλα αυτά που έκανε ο Θεός για τη σωτηρία μας. Συνετά και σοφά κινούμενο το πάνσεπτο Οικουμενικό Πατριαρχείο, θέσπισε την ημέρα αυτή να προσευχόμαστε υπέρ του περιβάλλοντος που τόσο βάναυσα, τελευταία, καταστρέφουμε, επηρεασμένοι από το πνεύμα του απόλυτου ορθολογισμού και του άκρατου ευδαιμονισμού.
Στο αποστολικό ανάγνωσμα που διαβάζεται, στην εορτή της Ινδίκτου, ο απόστολος Παύλος αναφέρει τον τρόπο με τον οποίο οφείλουμε να διάγουμε καθ’όλο τον χρόνο: «Οφείλουμε να αγαπάμε όλους τους ανθρώπους. Και ο Ιησούς Χριστός, άλλωστε, ήλθε στον κόσμο για να σώσει όλους τους αμαρτωλούς. Γι’ αυτό λοιπόν κι εγώ σε προτρέπω, Τιμόθεε κι εσένα και τους άλλους αδελφούς, πρώτα απ’ όλα να κάνετε δεήσεις, προσευχές, παρακλήσεις, ευχαριστίες για όλους τους ανθρώπους, για τους βασιλείς και για όλους όσοι έχουν κάποιο αξίωμα, ή κάποια ανώτερη θέση, να τους φωτίζει και να τους ενδυναμώνει ο Θεός, ώστε να εξασφαλίζουν την ειρηνική συμβίωση των πολιτών. Κι έτσι, να ζούμε κι εμείς ήρεμη και ήσυχη ζωή, με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα. Διότι, το να προσευχόμαστε για όλους είναι καλό και ευάρεστο ενώπιον του Σωτήρος μας Θεού» (Α΄ Τιμ. β΄1-7).
Οι άγιοι Πατέρες παίρνουν αφορμή από και την εναλλαγή των χρόνων και των εποχών, για να μας υπενθυμίσουν πως μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τον χρόνο της εδώ ζωής μας με τον καλύτερο τρόπο, ώστε να γίνει μέσο της σωτηρίας μας. Πρέπει να προσευχόμαστε καθημερινά για όλους. Να συνομιλούμε καθημερινά με τον Θεό όχι μόνο για να Του ζητάμε, αλλά γιατί μας αρέσει να είμαστε μαζί Του. Κι όταν αγαπάς κάποιον, σου αρέσει να του μιλάς συχνά και από τα βάθη της καρδιάς σου. Δεν είναι η προσευχή καταναγκασμός και τυπική υποχρέωση, αλλά ανάπαυση, ξεκούραση και χαρά. Όσο ταπεινώνουμε το φρόνημα μας, τόσο έχουμε την ανάγκη να βρεθούμε με τον Θεό, να Του μιλήσουμε. Η Εκκλησία μάς προσφέρει στη δημόσια προσευχή της πολλές τέτοιες ευκαιρίες. Ταυτόχρονα και στην ιδιωτική μας ζωή χρειάζεται η στιγμή, που ολόκληρη η οικογένεια θα καταφύγει στην εστία, στο αγιασμένο εικονοστάσι, θα ανάψει το καντήλι και θα ηρεμήσει και θα ισορροπήσει ψυχικά κοντά στον Χριστό και τους Αγίους. Αυτό πρέπει να γίνεται με πρόγραμμα, πρωί και βράδυ, όχι μόνο όταν βρισκόμαστε σε δυσκολίες. Η προσευχή είναι ανάγκη να γίνεται αδιάλειπτα και καρδιακά, να συμμετέχει ολόκληρος ο άνθρωπος, η ψυχή και το σώμα, αφού κατάλληλα απορρίψουμε στην καθημερινή μας ζωή την κάθε είδους κακία εναντίον του αδελφού μας, πάντοτε με την καθοδήγηση του πνευματικού μας πατέρα. Τότε και η ημέρα και τα χρόνια μας και ο τόπος και ο χώρος και πιο πάνω η ψυχή μας φωτίζονται από τη χάρη του Θεού.
Αν ζήσουμε με προσευχή, αγαπητικά, απλά και απέριττα, με εγκράτεια και Θεία Κοινωνία, θα έλθουμε σε πιο υγιή σχέση με τον εαυτό μας, τον διπλανό μας και το φυσικό μας περιβάλλον. Βιώνουμε καθημερινά τις συνέπειες της ρύπανσης του περιβάλλοντος, της υπερθέρμανσης του πλανήτη μας. Ο άνθρωπος δεν σέβεται τα δημιουργήματα του Θεού, ούτε τον εαυτό του. Είναι ανάγκη να αποκτήσει την αίσθηση της ιερότητας για τη δημιουργία, για τους άλλους ανθρώπους, για το σώμα του, για την ψυχή του, για τον προορισμό του, να δώσει ανώτερο νόημα στη ζωή του πιο πέρα από την αντίληψη ότι η ευτυχία βρίσκεται στην υπερκατανάλωση και την ικανοποίηση των εγωκεντρικών επιθυμιών.
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ
Πρεσβύτερος, Αδαμάντιος Ασλανίδης