Όταν βρισκόταν κάποιο μικρό παιδί σε κάποιο χωριό φιλοξενούμενο των παππούδων του από την οποιαδήποτε πόλη κατά την περίοδο διακοπών, ήταν συνήθως ένα άγνωστο παιδί μέσα σε μία κλειστή κοινωνία που όλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους. Εξ αιτίας αυτής της διαδικασίας, πολλές φορές οι ηλικιωμένοι το ρωτούσαν: «Τίνος παιδί είσαι εσύ;». Αν το παιδί απαντούσε με το όνομα του πατέρα του, ή της μητέρας του, οι οποίοι θα τύχαινε να ήταν ξένοι προς το χωριό (συνήθως γαμπροί, ή νύφες), δεν γίνονταν αντιληπτή η καταγωγή του. Αν όμως απαντούσε με τα ονόματα των παππούδων του, τότε αναγνωριζόταν από όλους η καταγωγή του. Ήταν κάτι σπουδαίο και βασικότατο για μία κλειστή κοινωνία, η αναγνώριση της καταγωγής ενός παιδιού, έστω και ατύπως. «Αααα, δηλαδή είσαι του τάδε το παιδί;», έπαιρνε ως καταφατική απόκριση το οποιοδήποτε παιδί που απαντούσε στην ίδια ερώτηση από τον οποιοδήποτε ηλικιωμένο, γιατί σύμφωνα με τους παππούδες όλοι γνώριζαν τα παιδιά και στο πρόσωπό τους αναγνώριζαν έτσι και τα εγγόνια, τα οποία, είτε ήταν συγγενικά πρόσωπα, είτε όχι, πάντα ήταν καλοδεχούμενα σε κάθε σπίτι και αυλή του χωριού. Μέσα από αυτή την διαδικασία, διαπιστώνεται το πόσο σημαντικό ήταν να γνωρίζει το παιδί την γενιά των παππούδων του, γιατί από αυτούς ήταν αναγνωρίσιμο στην κλειστή κοινωνία. Ήταν υποχρεωτικό από την παιδική τους ηλικία, οι Εβραίοι να μάθουν από στήθους ολόκληρο το γενεαλογικό τους δέντρο και εκ των πραγμάτων φαίνεται ότι έπρεπε να αποστηθίζουν ονόματα ανθρώπων που δεν είχαν γνωρίσει ποτέ στην ζωή τους. Ήταν όμως σημαντικότατο για τον καθένα να γνωρίζει την γενιά του, η οποία κανονικά έπρεπε να αρχίζει από τον Θεό, εφόσον θεωρούνταν λαός του Θεού. Ουσιαστικά, όμως, εκεί αποσκοπούσε η όλη διαδικασία της αποστήθισης τόσων ονομάτων. Έπρεπε να αρχίζει και να καταλήγει στην Αρχή, στον Δημιουργό, στον Θεό από όπου άρχισαν τα πάντα. Ήταν, μάλιστα, καύχημα μέσα στο γενεαλογικό δέντρο, να υπάρχουν βασιλείς, ή ιερείς.

Κάθε χρόνο, την Κυριακή προ της Χριστού Γέννησης, ακούμε την ευαγγελική περικοπή από ευαγγέλιο του αποστόλου Ματθαίου, να αναφέρεται σε ολόκληρο το γενεαλογικό δέντρο του Χριστού. Τούτο πραγματοποιείται αφενός για να αποδείξει η Εκκλησία την ιστορικότητα του προσώπου που θα γιορτάσουμε με την μεγάλη δεσποτική γιορτή των Χριστουγέννων (πρόκειται για πραγματικό και όχι φανταστικό πρόσωπο), αφετέρου δε, θέλει να επιδείξει ότι όλα βρίσκονται στην πρόνοια του Θεού και ότι όσες γενιές κι αν πέρασαν, όποιοι κι αν ήταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, κάποιοι από τους οποίους δεν είναι και άγιοι της Εκκλησίας, το σχέδιο του Θεού πραγματοποιήθηκε και ήρθε στον κόσμο ο Θεάνθρωπος.

Ουσιαστικά όμως, αυτό θα πρέπει να συμβαίνει και με τον καθένα από εμάς. Όποια κι αν είναι η καταγωγή μας. Όποιοι κι αν είναι οι παππούδες μας και οι προπάτορές μας, σημασία έχει για τον καθένα στην πορεία αυτή της ζωής του να συναντηθεί με τον Θεάνθρωπο, γιατί από αυτόν προέρχεται. Η ύπαρξη του καθενός που βρίσκεται εκεί που βρίσκεται, επειδή οι γενιές του τον έφεραν στον κόσμο, αποκτά νόημα και ουσία μόνο αν ενωθεί με τον Θεό. Η γιορτή των Χριστουγέννων, είναι μία πνευματική ευκαιρία μιας εσωτερικής αναζήτησης του καθενός να βρει τον Θεό που κατοικεί μέσα του. Εκεί βρίσκεται, σε μία μικρή φάτνη και μας περιμένει.

ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ Φ.Ν.Θ., αρχιμανδρίτης Χερουβίμ Γούπας

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ