Πολλές είναι οι εικόνες που σχηματίζονται από την ευαγγελική παραβολή. Και πρώτη αυτή της αντιθέσεως ανάμεσα στην πρόσκαιρη και την αιώνια απόλαυση και ευτυχία. Ωστόσο, ο λόγος του Χριστού δεν αφορά την επιφανειακή αντίληψη, που θέλει τα υλικά αγαθά να έρχονται σε αντίθεση με τη σωτηρία της ψυχής. Ο πλούσιος δεν κατακρίθηκε γιατί ήταν πλούσιος, αλλά για τη σκληροκαρδία του και τη φιλαυτία του.

Η ενασχόληση με την προσωπική του ευωχία δεν του άφησε ούτε το χρονικό, ούτε το πνευματικό περιθώριο, ώστε να προσέξει τον φτωχό δίπλα του, πολύ δε περισσότερο να τον βοηθήσει. Αυτή η εγωιστική αυτάρκεια, είναι που τον αποξένωσε ουσιαστικά, όσο ήταν στη ζωή, από την κοινωνία των ανθρώπων και μετά τον θάνατό του, από την κοινωνία των αγίων.

Ο φτωχός Λάζαρος πάλι δεν αμείβεται στον παράδεισο, επειδή ήταν φτωχός και κατατρεγμένος, αλλά επειδή παρά τη δυστυχία του δεν οργίσθηκε ούτε κατά του Θεού, ούτε κατά του πλουσίου, ούτε ακόμα και ενάντια στα σκυλιά που του έγλειφαν τις πληγές, απομυζώντας του και την ελάχιστη ρανίδα αίματος. Ο φτωχός αμείβεται για την υπομονή του, για την καρτερία του, για την ταπείνωσή του. Η εικόνα, επομένως, που μας παρουσιάζει η σημερινή παραβολή, του φτωχού στον παράδεισο και του πλουσίου στον Άδη, δεν αποτελεί δικαίωση με την έννοια της δίκης και της τιμωρίας.

Πρόκειται, ουσιαστικά, για το αποτέλεσμα των επιλογών του καθενός, για τους καρπούς των έργων τους. Όπως ήδη αναφέραμε, ο εγωισμός του ενός τον οδηγεί στην αποκοπή από την κοινωνία με τους ανθρώπους και κατά συνέπεια από την κοινωνία με τον Θεό. Έτσι γίνεται, θα λέγαμε, ο καθένας με τα έργα του κριτής του εαυτού του, εφόσον ο ίδιος, τελικά, επιλέγει ελεύθερα και καθορίζει τη σχέση του με την κοινωνία, με τον πλησίον, με τον Θεό. Η εικόνα αυτή, είναι η αποτύπωση της σημερινής κοινωνίας, στην οποία κυριαρχεί το φαινόμενο της κοινωνικής αδικίας. Η Εκκλησία καλείται να αντιμετωπίσει τα μείζονα αυτά κοινωνικά προβλήματα. Η άδικη κατανομή των υλικών αγαθών υπονομεύει την ομαλή συμβίωση και προκαλεί κοινωνικές αντιθέσεις.

Το πρόβλημα, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή στους λόγους του περί αγάπης, εντοπίζεται στο γεγονός ότι, όταν η ιδιοκτησία του ανθρώπου υπερκαλύπτει τις ανάγκες του και κατέχεται ως ακοινώνητος πλούτος, συνεπάγεται κινδύνους, που δύσκολα μπορεί να αντιμετωπίσει ο πιστός. Δυστυχώς αυτός ο πλούτος καλλιεργεί την έπαρση, η οποία απομακρύνει τον άνθρωπο από τον Θεό και τον οδηγεί στην προσωπική του αυτάρκεια. Επομένως, στην περίπτωση αυτή, λησμονείται κάθε έννοια αγάπης αληθινής προς τον Θεό. Κι όταν ελλείπει η αγάπη, εισέρχεται το συμφέρον και η εκμετάλλευση. Η αγάπη κατά τον Μέγα Βασίλειο δαπανά τον πλούτο.

ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ Φ.Ν.Θ.

ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ ΣΑΒΒΑΣ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ