Μία ολόκληρη νύχτα κοπίασαν οι τρεις ψαράδες της Γεννησαρέτ. Ξαγρύπνησαν, κουράστηκαν, βασανίστηκαν, χρησιμοποίησαν όλη την τέχνη και την μαστοριά τους, άλλαξαν τόπους και τρόπους, όργωσαν όλη την λίμνη, αλλά μάταια. Άδικος κόπος. Τα δίχτυα τους έστεκαν άδεια. Η νύχτα έφυγε. Και το χάραγμα της καινούργιας μέρας τους βρήκε απογοητευμένους και αποκαμωμένους, να πλένουν στις όχθες τα άδεια δίχτυα τους. Και σήμερα δεν είχαν να προσφέρουν τίποτε στην οικογένειά τους. Τι άραγε να έφταιγε, τι πήγε λάθος; Βυθισμένοι στις σκέψεις τους αυτές, οι τρεις ψαράδες δεν αντιλήφθηκαν την παρουσία Εκείνου. Πλήθος κόσμου τον είχε ακολουθήσει και τώρα εκείνος επέλεξε το πλοίο του Πέτρου για να το κάνει Βήμα του και απ’ αυτό να διδάξει τον λαό που τον ακολουθούσε. Ο λόγος Του γλυκής, παρήγορος και ταυτόχρονα δυναμικός, γαλήνεψε τις ψυχές των κουρασμένων ψαράδων. Σιγά-σιγά, οι άσχημες σκέψεις τους διαλυόταν, γι αυτό και όταν Εκείνος τους προέτρεψε να ξαναρίξουν τα δίχτυα στην θάλασσα, εκείνοι δεν δίστασαν.
Ήξεραν ως πολυχρόνιοι ψαράδες, ότι δεν ήταν η κατάλληλη ώρα, γνώριζαν πως δεν ήταν ο κατάλληλος τόπος, είχαν αποτύχει την προηγούμενη βραδιά, όμως ο λόγος του γλυκύτατου Ιησού δεν δεχόταν αμφισβήτηση. «Για τον λόγο σου και μόνο», λέγει ο Πέτρος, «θα χαλάσω τα δίχτυα». Και το θαύμα έγινε. Τα μέχρι τότε άδεια δίχτυα γέμισαν με ψάρια. Τόσο πολλά, που κινδύνεψαν να σχισθούν τα δίχτυα. Η καρδιά των απλοϊκών ψαράδων πλημμύρισε από χαρά. Δεν ήταν το πλήθος των ψαριών που θάμπωσε τα μάτια τους τόσο, όσο η θαυμαστή παρουσία ανάμεσά τους Αυτού που η φύση υπάκουε στον λόγο Του, η παρουσία αυτού που είπε και γεννήθηκε η κτίση, αυτού που συντηρεί, τρέφει, πληθύνει και κυβερνά τα σύμπαντα, αυτού που τα άλογα ψάρια υπάκουσαν στο θέλημά του, αυτού που τους υποσχέθηκε ότι δεν θα αλλάξουν δουλειά, αλλά θα παραμείνουν αλιείς, ψαράδες, με την μόνη διαφορά, ότι στα δίχτυα τους δεν θα πιάνουν, πλέον, ψάρια, αλλά ψυχές ανθρώπων.
Στην μοναξιά της ύπαρξής μας κι εμείς κάθε βραδιά και κάθε μέρα, απλώνουμε τα δίχτυα μας, για να ψαρέψουμε τα ψάρια της ψυχής μας. Άλλοι αναζητούμε τις ηδονές και απολαύσεις, άλλοι τις δόξες και τις τιμές, άλλοι τα αναγκαία της ζωής, άλλοι πλούτοι και παλάτια, άλλοι αγάπη κι αρετές. Ο καθείς ανάλογα με το σκαρί του και την ρότα που έχει ορίσει στην καρδιά του. Τα δίχτυα μας συνήθως μένουν άδεια κι η απογοήτευσή μας πλημμυρίζει την καρδιά μας, ανάκατα με την απόγνωση και την απελπισία. Όμως, στο ακρογιάλι μας περιμένει Εκείνος. Αυτός που έχει απλώσει τα δίχτυα του σε όλη την οικουμένη και προσδοκά να αλιεύσει την κάθε ψυχή για να της προσφέρει την καλή ψαριά, αυτή που δίνει την αληθινή χαρά στην ύπαρξή μας, που γαληνεύει την ψυχή μας, που μας καθιστά μακάριους. Μία ψαριά που μπορεί να μας θαμπώνει, αλλά μόνο εξαιτίας των δακρύων που κυλούν από ευγνωμοσύνη και χαρά από τα μάτια μας, γιατί εκείνος καταδέχθηκε να μας επισκεφθεί και να μείνει μαζί μας αν και είμαστε άνθρωποι αμαρτωλοί. Και τότε, η ζωή μας γίνεται αληθινή ζωή και τότε ο κόπος μας δίνει καρπούς και τότε η ψαριά μας γίνεται ευλογημένη, γιατί τον ίσαλο τον όρισε Εκείνος και μας έδειξε πως πρέπει την αγάπη και κάθε αρετή στο όνομα εκείνου να αναζητούμε στα θολωμένα ύδατα των σκοτεινών ωκεανών της εποχής μας. Αγάπη και κάθε αρετή για μας και τους συνοδοιπόρους αδελφούς μας.
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ Φ.Ν.Θ., αρχιμανδρίτης Παύλος Κίτσος